Από την εορτή των Χριστουγέννων και μέχρι την απόδοση της εορτής-την παραμονή της Πρωτοχρονιάς- ψάλλεται στην Εκκλησία το κοντάκιο «Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει….», το οποίο αντικαθιστά το «ίδιο σε μέλος) κοντάκιο «Η Παρθένος σήμερον τον προαιώνιον λόγον…., που ψάλλεται από τις 26 Νοεμβρίου-δηλαδή την επομένη της Αποδόσεως των Εισοδίων της Θεοτόκου.
Τα δύο κοντάκια κινούνται γενικά στο ίδιο νοηματικό πεδίο, με κέντρο το «Παιδίον νέον», που είναι «ο προαιώνων Θεός». Μένει ίσως να διευκρινιστεί η λέξη «υπερούσιος» του δεύτερου χρονικά κοντακίου.
Η πρόθεση «υπέρ», όταν συντάσσεται με αιτιατική, σημαίνει «πάνω από». «Υπερούσιος» λοιπόν είναι εκείνος που υπερβαίνει τις (κτιστές) ουσίες, που είναι πάνω από αυτές (ως άκτιστος), εκείνος που είναι άυλος-όχι τυχαία-, τη λέξη «άυλος» θα τη συναντήσουμε στην δ’ Ωδή από τις καταβασίες των Χριστουγέννων: «ο άυλος και Θεός».
Καθώς υπερβαίνει τις ουσίες των κτιστών όντων, είναι απρόσιτος, δεν προσεγγίζεται, όπως δηλώνεται ρητά αμέσως μετά: «και η γη το σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει» (και η γη προσφέρει στον απρόσιτο το σπήλαιο). Αυτός, λοιπόν, ο «υπερούσιος» και «απρόσιτος» θέλει να λάβει ανθρώπινη ουσία και θα γίνει προσιτός ως «παιδίον νέον».
Ανδρέας Μοράτος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου