«Το μεν
ποτήριον, ο εγώ πίνω πίεσθε και το βάπτισμα, ο εγώ βαπτίζομαι, βαπτισθήσεσθε το
δε καθίσαι εκ δεξιών μου και εξ ευωνύμων μου, ουκ εστίν εμόν δούναι, αλλ’ οις
ητοίμασται» (Μάρκ. ι’ 39-40).
Πόσο
περιεκτική απάντηση ή μάλλον διδασκαλία δίνεται από τον Κύριο στους αποστόλους,
που η πνευματική τους κατάσταση ήταν ακόμη νηπιώδης, ήταν ακόμη γήινα
σκεπτόμενοι και εποφθαλμιούσαν αρχηγίες και προεδρίες, κατέχονταν δε ακόμη από
το πάθος της αντιζηλίας! Πόσο σαφής διδασκαλία, πόσο καθαρά εκφράζει το πνεύμα
της αποστολής του Κυρίου! Με τι σαφήνεια τους αναγγέλλει ότι δεν μεροληπτεί για
κανέναν, ότι δεν καθορίζει ο ίδιος τη
θέση του καθενός στη σωτηρία, αλλά ότι την καθορίζει ο ίδιος ο άνθρωπος με την
πίστη του και τα έργα του. Τους διδάσκει, λοιπόν, ότι η εκλογή τους σε
αποστόλους, δεν μπορεί να τους παραχωρήσει την πρωτοκαθεδρία κατά την
αποκατάσταση της βασιλείας του Κυρίου, αλλά η πίστη και τα έργα τους, γιατί το
«οις ητοίμασται» (για όσους ετοιμάσθηκε), παρόλο που φανερώνει τελειωμένη
πράξη, το αποτέλεσμα της οποίας υφίσταται, ωστόσο δεν πρέπει να εκληφθεί ότι
έγινε αυθαίρετα, για τον λόγο ότι οι θείες και ανθρώπινες πράξεις δεν
προσμετρούνται με το ίδιο μέτρο και ό,τι για τους ανθρώπους είναι αδύνατο, για
τον Θεό είναι δυνατό. Άρα το «ητοίμασται» δηλώνει μεν τετελεσμένη πράξη, αλλά
μόνο επειδή προγνωρίζεται από τον Θεό, καθώς μαρτυρεί και ο απόστολος Παύλος:
«Εκείνους τους οποίους ο Θεός έχει προγνωρίσει ως άξιους, τους προόρισε να
γίνουν ομοειδείς με την εικόνα του Υιού Του» (Ρωμ. η΄ 29). Ώστε λοιπόν παρά το
γεγονός ότι είχε προορισθεί η θέση, δεν επηρεάσθηκε η ελευθερία του ανθρώπου, ο
οποίος και οφείλει να καθορίσει τη θέση του στον Ουρανό και στη βασιλεία τού
Σωτήρα. Είναι ανάγκη, λοιπόν, να πιούμε το ποτήρι το οποίο και ο Κύριος ήπιε
και να βαπτισθούμε με το βάπτισμα που βαπτίσθηκε, να Τον ακολουθήσουμε δηλαδή
στα λόγια και στα έργα Του και να καθορίσουμε έτσι τη θέση μας κοντά Του. Με
αυτές τις δύο συμβολικές λέξεις –αν και ο Κύριος υπονοούσε το ποτήριο του θανάτου
και το με αίμα μαρτυρικό Του βάπτισμα-, εδήλωνε επίσης και την προτύπωση των
δύο πρωτίστων Μυστηρίων, της Θείας Ευχαριστίας και του Αγίου Βαπτίσματος, τα
οποία κάθε χριστιανός πρέπει να κατέχει ως εφόδια για τη μέλλουσα ζωή. Το
γεγονός ότι τα λόγια του Κυρίου σήμαιναν και αυτό, το μαρτυρεί ο απόστολος
Παύλος λέγοντας: «Αυτό το ποτήρι είναι η Νέα Διαθήκη, η οποία όντως είναι το
αίμα μου. Αυτό να κάνετε, να πίνετε, για
να θυμάστε εμένα και τη θυσία μου. Κάθε φορά, λοιπόν, που τρώτε τον άρτο και
πίνετε αυτό το ποτήρι της Θείας Ευχαριστίας, να ομολογείτε και να διαλαλείτε
τον σταυρικό θάνατο του Κυρίου συνεχώς, μέχρις ότου έλθει κατά τη Δευτέρα
Παρουσία (Α΄ Κορ. ια’ 25-26). Ώστε το ποτήριο και τον θάνατο του Κυρίου
αποκάλυπτε και το Μυστήριο της θείας Μεταλήψεως προτύπωνε. Επειδή δε για τον
άνθρωπο είναι άκρως αναγκαίο το ύψιστο των Μυστηρίων θα μιλήσουμε στην συνέχεια
περί της Θείας Ευχαριστίας και θα αποδείξουμε: α) το μέγεθος του Μυστηρίου και
β) το πώς οφείλουμε να προσερχόμαστε σ’ Αυτό.
ΜΕΓΕΘΟΣ
ΚΑΙ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ
Το
μυστήριο της θείας Ευχαριστίας που μας παραδόθηκε από τον Κύριο είναι ανώτερο
όλων των Μυστηρίων. Είναι το πιο θαυμαστό από όλα τα θαύματα που επιτέλεσε η
δύναμη του Θεού, είναι το ανώτερο όλων όσα η σοφία του Θεού επινόησε, είναι δε
και το πολυτιμότερο από όλα τα χαρίσματα που η αγάπη του Θεού χάρισε στους
ανθρώπους, γιατί αυτό υπερέχει όλων των άλλων μυστηρίων κατά την αριθμητική
υπέρβαση των όρων της φύσεως, αφού όλα τα θαύματα προέρχονται από υπέρβαση κάποιων
νόμων της φύσεως. Το Μυστήριο όμως της Θείας Μεταλήψεως τα υπερβαίνει όλα. Γι’
αυτό δικαίως μπορεί να ονομασθεί και να θεωρηθεί θαύμα θαυμάτων και μυστήριο
μυστηρίων.
Ο
Αριστοτέλης, ορίζοντας τους τρόπους υπάρξεως των φυσικών πραγμάτων, τους ανάγει
σε δέκα, τους οποίους ονομάζει κατηγορίες. Είναι δε οι εξής: ουσία, ποσόν,
ποιόν, προς τι, που, πότε, κείσθαι, ευρίσκεσται, έχειν, ποιείν (ή ενεργείν) και
πάσχειν!
Ουσία
είναι κάθε φυσικό όν, είτε φυσικό πράγμα, το είναι μιάς κάποιας ουσίας, ξύλου,
λίθου ή κάποιου άλλου. Ποσόν: έχει ένα ορισμένο μέγεθος, μια ορισμένη έκταση. Ποιόν:
έχει μια κάποια ποιότητα, είναι λευκό ή μαύρο, γλυκό ή πικρό ή κάτι άλλο. Προς
τι: αναφέρεται ή έχει κάποια σχέση με κάτι άλλο, ο πατέρας με τον γυιό, η
θυγατέρα και ο γυιός με τους γονείς. Που: βρίσκεται όντως σε κάποιο ορισμένο
τόπο, καθισμένο ή όρθιο ή κρεμασμένο ή όπως αλλιώς. Έχειν: έχει κάποια
εξωτερικά φαινόμενα, ως γνωρίσματα της ουσίας. Ποιείν: έχει κάποια ενέργεια
προς κάποιο άλλο. Πάσχειν: να πάσχει κάτι, δηλαδή να έχει κοπεί, να βασανίζεται
κ.λ.π.
Το
μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας υπερβαίνει όλους τους προαναφερόμενους τύπους,
γι’ αυτό και δικαίως μπορεί να ονομασθεί θαύμα θαυμάτων. Ας δούμε την απόδειξη.
Είναι θαύμα κατά την ουσία. Ενώ τα Άγια δώρα πριν από την ευλογία, είναι ουσία
άρτου και οίνου, μετά την ευλογία και τον αγιασμό, είναι ουσία του σώματος και
του αίματος του Χριστού. Θαύμα κατά ποσόν. Είναι θαύμα, γιατί ολόκληρο το σώμα
του Χριστού βρίσκεται σε όλο τον άγιο άρτο και ταυτοχρόνως ολόκληρο σε κάθε
μερίδα. Είναι θαύμα κατά ποιόν, γιατί αισθανόμαστε την ποιότητα του άρτου και
του οίνου, αλλά τρώμε και πίνουμε το σώμα και το αίμα του Χριστού. Θαύμα κατά
το προς τι, δηλαδή κατά τη σχέση, γιατί στη Θεία Ευχαριστία είναι μεν ο ίδιος ο
Υιός, τον Οποίο γέννησε η Παρθένος Μαρία
σε ορισμένο χρόνο, πλην όμως, εδώ δεν γεννιέται κυρίως από Πατέρα ή Μητέρα,
αλλά τελεσιουργείται Μυστήριο, ώστε στον τρόπο της μεταβολής του άρτου και του
οίνου, σε σώμα και αίμα Του, δεν αναφέρεται ούτε σε πατέρα ούτε σε μητέρα.
Θαύμα κατά το πού, διότι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός είναι και στον Ουρανό και στη γη και αυτός ο
ίδιος στο ιερό μας θυσιαστήριο. Θαύμα κατά το πότε, γιατί ως σώμα Χριστού είναι
άφθαρτο και αθάνατο, ως αίμα Χριστού είναι πηγή αιώνιας ζωής, αλλά παραμένουν
τα θεία χαρακτηριστικά μέσα στη θεία Ευχαριστία κατά τον χρόνο που παραμένει ο
άρτος και ο οίνος. Θαύμα κατά το κείσθαι, για τον λόγο ότι στην θεία Λειτουργία
ο Ιησούς θεωρείται κείμενος μέσα στη φάτνη, κατά τη γέννησή Του, κατά τη
σταύρωση Του, κατά τα πάθη Του, κατά την Ανάστασή Του, όπως και ανερχόμενος στα
δεξιά του Πατέρα ως Υιός και Θεός. Θαύμα κατά το έχειν, διότι το σώμα και το
αίμα του Κυρίου έχουν εξωτερική περιβολή, τα είδη του άρτου και του οίνου.
Θαύμα κατά το ποιείν (ή ενεργείν), διότι η μετάληψη των Αχράντων Μυστηρίων
αγγίζει μεν την αίσθηση, αλλά ενεργεί αγιάζοντας το πνεύμα. Θαύμα, τέλος, κατά
το πάσχειν, διότι ο θείος άρτος διαμελίζεται μεν, αλλά επειδή είναι σώμα
Χριστού δεν διαιρείται, τρώγεται μεν, αλλά ως σώμα Χριστού δεν εξαντλείται. Ως
εκ τούτου, επειδή η Θεία Ευχαριστία υπερβαίνει όλους τους όρους ή τις
κατηγορίες με τις οποίες εκδηλώνονται οι νόμοι της φύσεως είναι το μεγαλύτερο
όλων των θαυμάτων. Επίσης, είναι και το ανώτερο, γιατί υπερβαίνει κάθε
αντίληψη. Το μέγεθος αυτού του θαύματος θα μπορούσε να γίνει κατανοητό, εάν
λάβουμε υπόψιν μας ένα άλλο θαύμα: τη γέννηση του Σωτήρα από Παρθένο, το οποίο
είναι μεν θαύμα, γιατί δεν κατανοούμε με ποιόν τρόπο γεννιέται μέσα στον χρόνο
και από γυναίκα ο αΐδιος Θεός, κατανοούμε όμως ότι γεννιέται, γιατί τον
βλέπουμε ως τέλειο άνθρωπο. Ξεπερνάει μεν πολλούς όρους ή κατηγορίες, αλλά
μένουν και κάποιες με τις οποίες Τον αντιλαμβανόμαστε. Στο Μυστήριο όμως της
θείας Μεταλήψεως κρύβεται όχι μόνο η θεότητα αλλά και η ανθρωπότητα. Ώστε είναι
Μυστήριο των Μυστηρίων, αυτό που παραμένει με κάθε τρόπο απόκρυφο. Το Μυστήριο
που υπερβαίνει όλους τους όρους της φυσικής γνώσεως. Με το Μυστήριο, αυτό ο
Θεός, ως όντως Δυνατός, φανέρωσε τη μέγιστη δύναμη της θείας Του παντοδυναμίας
ως όντως Σοφός, το απόλυτο ύψος της θείας παναγαθότητος.
Αυτό
είναι το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας αφού εξηγήσουμε το μέγεθος και την αξία
του, ήδη προχωρούμε στην υπόδειξη του τρόπου με τον οποίο αρμόζει να
προσερχόμαστε στη Θεία Μετάληψη.
ΠΩΣ
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΡΧΟΜΑΣΤΕ ΣΤΗ ΜΕΤΑΛΗΨΗ ΤΩΝ ΘΕΙΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ
Τον τρόπο
με τον οποίο είναι ανάγκη να προσερχόμαστε στην Θεία Ευχαριστία μας διδάσκει ο
απόστολος Παύλος λέγοντας: «Ας εξετάζει κάθε άνθρωπος τον εαυτό του και έτσι
προετοιμασμένος ας τρώει από τον Άρτο και ας πίνει από το Ποτήριο. Γιατί αυτός
που τρώει και πίνει αναξίως διαπράττει αμάρτημα, αφού δεν πιστεύει ότι τρώει
και πίνει σώμα και αίμα Κυρίου» (Α’ Κορ. ια’ 28-29).
Ας
εξετάζει, λοιπόν, ο καθένας τη συνείδησή του πρώτα, για να γνωρίσει την ηθική
του κατάσταση και τη σχέση του με το Θεό και τον πλησίον του και αν βρει αυτές
σε θεάρεστη κατάσταση ας προσέλθει να κοινωνήσει, αλλιώς ας επιφυλαχθεί γιατί
κανένα κοινό δεν υπάρχει μεταξύ αγίου και βέβηλου. Ο απόστολος Παύλος,
νουθετώντας τους Κορινθίους «μη ετεροζυγείν απίστοις», δηλαδή να μη λαμβάνουν
άπιστους συζύγους, λέει: «Ποια σχέση υπάρχει μεταξύ φωτός και σκότους; Ποια
συμφωνία μεταξύ Χριστού και Βελίαλ;» (Β’Κορ. στ’ 14). Ώστε, ποια μπορεί να
είναι η κοινωνία του αμετανόητου αμαρτωλού με τη Θεία Μετάληψη;
Το ότι
πρέπει με ευλάβεια να προσερχόμαστε στη Θεία Κοινωνία, μας το διδάσκει ο ίδιος
ο Θεός, όταν διατάζει το Μωυσή να μην πλησιάσει την καιόμενη βάτο με τα
υποδήματα, αλλά να ελευθερώσει τα πόδια του από αυτά, ως σημείο ευλάβειας,
γιατί ο τόπος στον οποίο στεκόταν ήταν άγιος: «Μωυσή! Μην εγγίσεις εδώ. Λύσε τα
υποδήματά σου από τα πόδια σου, γιατί ο τόπος που στέκεσαι, είναι γη αγία» (Εξ.
γ’ 5). Πρέπει λοιπόν όταν πλησιάζουμε
στη Θεία Κοινωνία, να προσερχόμαστε με κάθε ευλάβεια, καθαροί παντός μολυσμού
σώματος και πνεύματος, ώστε να μεταλαμβάνουμε αξίως διότι αν ο Θεός διέταξε το
Μωυσή να λύσει το υπόδημα για να πλησιάσει τόπο άγιο, πόσο περισσότερο εσύ,
χριστιανέ, οφείλεις να λύσεις κάθε δεσμό αμαρτίας, για να δεχθείς μέσα σου
ολόκληρο το Θεό; Μήπως δεν είναι ο άγιος εκείνος άρτος το σώμα του Κυρίου; Και
στο Άγιο Ποτήριο δεν είναι το αίμα Του; «Το ποτήρι της ευλογίας, ο ευλογούμεν
ουχί κοινωνία του αίματος του Χριστού εστί; τον άρτον όν κλώμεν ουχί κοινωνία του σώματος του Χριστού
εστί; (Α’ Κορ.ι’ 16). Πώς, λοιπόν, θα πλησιάσεις με βεβαρημένη συνείδηση το πύρ
το φλέγον αναξίους; «Άνθραξ γάρ εστί τους αναξίους φλέγων». Έτσι, λοιπόν, σπάσε
κάθε δεσμό έχθρας προς τον πλησίον σου, λύσε κάθε άδικη συναλλαγή, δώσε πίσω τα
ξένα που δεν σου ανήκουν, απομακρύνσου από το κακό και να ενεργείς με χρηστότητα,
επίστρεψε στον Κύριο και έλα να αγιασθείς ολόκληρος, να φωτισθείς και να γίνεις
ταμείο της Θείας Χάριτος, ώστε να ενωθείς με το Χριστό, να μείνεις σε Αυτόν και
Αυτός μέσα σου. «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει
καγώ εν αυτώ» (Ιω.στ’ 56).
Από το
βιβλίο: «Περί επιμελείας ψυχής» του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως.
4 σχόλια:
Μεγάλος Άγιος ο Αγιος Νεκτάριος.
Τις πρεσβείες του να έχουμε.
Ωραία ανάρτηση κ.Νίκο!
αναμένουμε και άλλες!
Άγιε Νεκτάριε πρέσβευε υπέρ ημών!
Ωραία ανάρτηση!
Δημοσίευση σχολίου