Γ΄
ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΤΟΥ ΑΓ. ΟΡΟΥΣ
Οι
συνθήκες που ασκείται στο Άγ. Όρος ο μοναχικός
βίος παρουσιάζει πλεονεκτήματα ανάμεικτα με σοβαρά μειονεκτήματα. Η
αδιαφορία στα θρησκευτικά πράγματα ή και η έχθρα των σημερινών καθεστώτων
συνετέλεσαν στην οικονομική απογύμνωση των μονών με την απαλλοτρίωση εντός και
εκτός ελληνικής επικράτειας κτημάτων τους σε σημείο που σήμερα οι μονές να
συντηρούνται με πολλές δυσκολίες και στερήσεις. Να σημειώσουμε, ότι οι μονές ευχάριστα
παρεχώρησαν τα κτήματά τους για να διανεμηθούν σε ακτήμονες γεωργούς.
Σύμφωνα
με το ισχύον Ελληνικό Σύνταγμα και τον Καταστατικό Χάρτη του Αγ. Όρους αποτελεί
αυτοδιοίκητο τμήμα της Ελληνικής επικράτειας. Στις Καρυές εδρεύει ο πολιτικός
διοικητής της περιοχής εξαρτώμενος από το υπουργείο Εξωτερικών. Υπ’ αυτόν
υπηρετεί κι ένας μικρός αριθμός διοικητικών, αστυνομικών, οικονομικών και
δασικών υπαλλήλων.
Πνευματικώς
το Άγ. Όρος υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Κατά τα άλλα η περιοχή ανήκει
κατά εδαφικά τμήματα καθορισμένα στις
είκοσι (20) κυρίαρχες μονές.
Την
διοικητική εξουσία ασκεί η εικοσαμελής
ιερά κοινότητα. Αποτελείται από γέροντες και προϊσταμένους, έναν από
κάθε μονή που εκλέγεται κατά τις πρώτες μέρες του Ιανουαρίου με ετήσια θητεία.
Προεδρεύεται από τον Πρώτο, ασκώντας μάλλον εποπτεία στις μονές και των
εξαρτημάτων τους, παρά διοίκηση.
Την
εκτελεστική εξουσία ασκεί τετραμερής ιερά Επιστασία προς συγκρότηση της οποίας
οι μονές είναι διαιρεμένες σε πέντε τετράδες, ως εξής:
1.
Λαύρας, Δοχειαρίου, Ξενοφώντος, Εσφιγμένου
2.
Βατοπεδίου, Κουτλουμουσίου, Καρακάλλου,
Σταυρονικήτα
3.
Ιβήρων, Παντοκράτορος, Φιλοθέου, Σιμωνόπετρας
4.
Χιλανδαρίου, Ξηροποτάμου, Παύλου, Γρηγορίου
5.
Διονυσίου, Ζωγράφου, Παντελεήμονος, Κωνσταμονίτου.
Κάθε
τετράδα αναλαμβάνει την επιστασία για ένα χρόνο, ο δε εκπρόσωπος της πρώτης
τετράδας καλείται πρωτεπιστάτης, δηλώνοντας τα ονόματα του αρχαίου «πρώτου» και
του νεώτερου «επιστάτη».
Οι μονές
μετά την απαλλοτρίωση των μετοχίων τους πτώχυναν και αντιμετωπίζουν υπέρογκες
δαπάνες για την διατροφή των αδελφών, την συντήρηση των κτηρίων και την
ατέλειωτη φιλοξενία των επισκεπτών από τα έσοδα πώλησης ξυλείας και των λίγων
αστικών ακινήτων και ακόμα από μια μικρή κρατική επιχορήγηση.
Κυρίαρχα
ιδρύματα σήμερα στο Άγ. Όρος είναι οι είκοσι μονές και όπλα τα άλλα ιδρύματα
είναι εξαρτήματα των μονών.
Οι μονές
ονομάζονται βασιλικές, πατριαρχικές και σταυροπηγιακές κυρίαρχοι. Βασιλικές
λέγονται είτε γιατί ιδρύθηκαν μα τη συνδρομή των Βυζαντινών αυτοκρατόρων, είτε
γιατί επικυρώθηκε η ίδρυσή τους με αυτοκρατορικό χρυσόβουλο. Πατριαρχικές και
σταυροπηγιακές ονομάσθηκαν οι μονές αργότερα, όταν ο πατριάρχης Νήφων μετά την
καταστροφή των Καταλανών, συνέδεσε αυτές με το Πατριαρχείο και τις έθεσε υπό
την προστασία του (1313). Η εξουσία του πατριαρχείου είναι πνευματική και
δικαστική, και ο αριθμός τους είναι κλειστός δηλ. δεν μπορεί να αυξηθεί ή να
μειωθεί. Οι μονές σήμερα είναι όλες κοινοβιακές.
Εξαρτήματα
των μονών είναι τα καθίσματα, τα κελλία, οι καλύβες, οι σκήτες και τα
ησυχαστήρια.
Κάθισμα
είναι ένα μικρό οίκημα (καλύβη) κοντά στην μονή στο οποίο εγκαθίσταται ένας
μοναχός παίρνοντας τρόφιμα από την οικεία μονή με μικρό τίμημα.
Το κελλίο
είναι ένα ευρύχωρο μοναστικό οικοδόμημα με ενσωματωμένο ναύδριο και σχετική
ευρεία περιοχή εδάφους. Παραχωρείται από τη μονή σε όμιλο τριών ή τεσσάρων
προσώπων που ασχολούνται και με τη γεωργία.
Η
καλύβη είναι οίκημα μικρότερο από το κελλίο με ενσωματωμένο ναύδριο και χωρίς
γεωργική έκταση. Οι ασκούμενοι ζουν οικογενειακό βίο, ασχολούνται με τις τέχνες
και τα εργόχειρα και ασκούνται αυστηρότερα. Οι καλύβες αποτελούν συνήθως
συνοικισμούς χωρίς καμία οργάνωση. Κυριότερες είναι η Καψάλα, η Μ. Αγ. Άννα, τα
Κατουνάκια και ο Άγ. Βασίλειος.
Οι
σκήτες είναι ένα ιδιόρρυθμο κοινόβιο. Αποτελούν οργανωμένες κοινότητες και αποτελούνται
από αριθμό καλυβών, οι οποίες είναι συνήθως μεγαλύτερες από τις καλύβες.
Εξωτερικά έχουν την όψη χωρίου. Κέντρο τους είναι το Κυριακό, ο κεντρικός ναός
γύρω από τον οποίο απλώνονται οι καλύβες. Διοικούνται από τον Δικαίο που
εκλέγεται από τους γέροντες βοηθούμενος από δύο ή τέσσαρες συμβούλους που
εκλέγονται από τους γέροντες της σκήτης και από την κυρίαρχο μονή.
Οι
κυριότερες σκήτες - τέσσαρες τον αριθμό- ανήκουν σε αλλοεθνείς: Ρώσους,
Ρουμάνους και Βουλγάρους. Είναι μάλλον διογκωμένα κελλία, που μετετράπησαν σε
μεγαλοπρεπή οικήματα με σκοπό να αναγνωρισθούν αργότερα ως μονές. Ο βίος της
σκήτης είναι κοινόβιος, αλλά ο προϊστάμενός της καλείται Δικαίος
Τέλος
σε έρημους τόπους νοτιοδυτικότερα της χερσονήσου, όπου τα Καρούλια, υπάρχουν ως
φωλεές ερημικά ησυχαστήρια για όσους θέλουν ν’ ακολουθήσουν υψηλότερη και
απρόσκοπτη άσκηση.
Πηγή: ΠΑΝ. Κ. ΧΡΗΣΤΟΥ, το Άγ. Όρος. Πατρ.
Ιδρ. Πατ. Μελετών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου