Του Γρηγόρη Αυξεντίου Μνήμη 3
Μαρτίου 1957
Την ώρα που φλεγόσουν και άστραφτες στον ουρανό,
πού να ‘ξεραν πως φλόγιζες και νέκρωνες την ύβρη των εχθρών.
Ήρθαν να ανεβάσουν στους ουρανούς το στράτευμά τους
και γονατίσαν.
Ανίσχυροι θρασείς με τη βενζίνη
να κάψουν ένα μαχητή.
Φωστήρας και πυρσός στο σκοτάδι
φλεγόμενος έφλεγες τη σάρκα
κι η ψυχή διαυγής,
αστέρας στεφανωμένος τη νίκη,
ακούγονταν άσματα στον ουρανό
οι αγγέλοι τραγουδούσαν.
Αστραπές και λάμψεις έσβησαν μεμιάς
το σκυθρωπό του θανάτου.
Τα σύμπαντα γέμισαν χαρά.
Πυρί τελειούνται
Τη 2α του μηνός Σεπτεμβρίου ο άγιος Λεωνίδης πυρί τελειούται.
Του προς Θεόν σε φλοξ πόθω, Λεωνίδη, έπεισε ράστα και φλογός φέρειν βίαν
Τη 3 του μηνός Σεπτεμβρίου ο άγιος Ιερομάρτυς Αριστίων
επίσκοπος Αλεξανδρείας πυρί τελειούται. Ως εις άριστον την πυράν σπεύδων
τρέχεις, άριστε Χριστού μαρτύρων Αριστίων.
Τη 28 του μηνός Δεκεμβρίου ο μάρτυς Μαρδόνιος πυρί τελειούται.
Στέργοντα Χριστόν και στέργοντα πυρ φλέγον
Τη 16 του μηνός Μαΐου οι Άγιοι Μάρτυρες Ισαάκιος, Συμεών και
Βαχθισόης πυρί τελειούνται.
Τη 3η του μηνός Μαρτίου εν κρησφυγέτω παρά τη μονή Μαχαιρά ο
νεομάρτυς Γρηγόρης Αυξεντίου πυρί τελειούται
Της πατρίδος ώφθης υπέρτατος ήλιος εν ουρανώ, και τους εν τη γη αδελφούς
εφωταγώγησας.
Ο αετός
Την στιγμή που ανελήφθη στον ουρανό, άφησε κάτω στη γη ένα
απανθρακωμένο σώμα, το είδε ένας γλύπτης, εμπνεύστηκε, άλλος τον είδε αετό στα
νέφαλα κι άλλος στον ύπνο του ακούει ακόμα τα λόγια του, «εγώ θα σας διδάξω πώς
να πεθαίνετε», έτσι έλεγε, με το περίστροφο στη μέση.
Οι μαθητές ήταν συνηγμένοι διά τον φόβον των Ιουδαίων, οι χωριανοί του
περίμεναν να τους δοθεί για ταφή, οι Ρωμαίοι κάλεσαν μάλιστα και τηλεόραση να
προβάλει το κατόρθωμά τους, να διαιωνιστούν οι πομπές τους!
Αυτός όμως μας παρακολουθούσε από ψηλά, μας το είπε πως θα είναι μαζί μας όσο
ζούμε. Εμείς όμως τι γίναμε, λέμε και ξαναρωτάμε: εμείς όμως τι γίναμε;
«Μπαινοβγαίνουμε στην Κερύνεια», του λέμε, κι αυτός δεν καταλαβαίνει, οι
τουρκικές δυνάμεις έχουν καταλάβει κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας τη μισή
Κύπρο σχεδόν, αυτό το ξέρει, αυτό που δεν καταλαβαίνει είναι πώς εξαργυρώσαμε
τη θυσία του, τις θυσίες τους, ένας λαός πολεμούσε με τα φτυάρια και τα
κυνηγετικά, με τις πέτρες οι γυναίκες, αυτές οι γυναίκες, του κάμπου και των
ορέων, ωραίες που είναι στον θυμό τους, στο πείσμα τους για απελευθέρωση, για
ένωση.
Ο αετός ανέρχεται, εμείς κατερχόμαστε στα κατώτατα της γης. Δεν τον φτάνουμε.
Σβήνουμε τη λαμπρή μας ιστορία και την ξαναγράφουμε με μαύρα κατάμαυρα
κάρβουνα. Μακάρι να ήταν τα δικά του! Έτσι καρβουνιασμένος που έμεινε στο
κρησφύγετο, μακάρι να ήταν από το δικό του κάρβουνο, να ξαναγράψουμε την
Ιστορία μας, γιατί του οφείλουμε, τους οφείλουμε. «Μάθετε να πεθαίνετε»,
φωνάζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου