«Πιστεύεις; μείζω τούτων όψει»
Η πρώτη Κυριακή
των νηστειών της Μ. Τεσσαρακοστής είναι γνωστή και ως Κυριακή της Ορθοδοξίας.
Στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της ημέρας ο ιερός ευαγγελιστής Ιωάννης κάνει λόγο για
το βίωμα της προσωπικής συνάντησης του κάθε ανθρώπου με τον Χριστό. Την αρχική
επιφυλακτικότητα και δυσπιστία του Ναθαναήλ, μετά την συνάντησή του με τον
Χριστό, διαδέχεται η πεποίθηση ότι Αυτός είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας.
Η πίστη ότι ο
Χριστός δεν είναι απλά και μόνο ένας ελκυστικός δάσκαλος ηθικής, αλλά ο
Σωτήρας- Λυτρωτής του κόσμου, δεν αποτελεί προϊόν λογικής διεργασίας, αλλά
είναι καρπός προσωπικού βιώματος. Και ένα τέτοιο βίωμα δεν συνδέεται τόσο με τη
γνώση, που παρέχει η σωματική αίσθηση, όσο με την πίστη.
Η παρουσία της
πίστεως στις σχέσεις ανθρώπου και Θεού οφείλεται στη φαινομενική απουσία του
Θεού στον κόσμο. Με την πίστη ξεπερνά ο άνθρωπος την πρόσκαιρη αμεσότητα και
προχωρεί στην αιώνια πραγματικότητα. Ζει τη φαινομενική απουσία του Θεού από
τον κόσμο ως ιδιαίτερο τρόπο παρουσίας του.
Η πίστη στον Θεό
αποτελεί υπαρξιακή ανάγκη για τον άνθρωπο. Αυτή τον φρονηματίζει και τον
συγκρατεί μέσα στα όριά του. Η απιστία είναι παραφροσύνη, είναι αυτοαναίρεση
του ανθρώπου. Ο Θεός δεν επιβάλλει την αναγνώριση της παρουσίας του. Η αποδοχή
ή η απόρριψή της επαφίεται στην ανθρώπινη
προαίρεση και εκδηλώνεται ως πράξη ελευθερίας.
Ο άνθρωπος ως
πρόσωπο «κατ’ εικόνα Θεού» βρίσκει τον αληθινό εαυτό του στον προσωπικό Θεό,
που φανερώθηκε εν Χριστώ. Η χριστιανική πίστη αρχίζει με την πίστη στον Χριστό
και ολοκληρώνεται με την κοινωνία και ένωση μαζί του.
Εκφραστικό για
τον χαρακτήρα της χριστιανικής πίστεως είναι το μυστήριο της θείας
ενανθρωπήσεως. Όπως στην ενανθρώπηση υπάρχουν αισθητά και καταληπτά στοιχεία,
έτσι και στην παρουσία του Θεού υπάρχουν αισθητά και καταληπτά στοιχεία που
οδηγούν στην αναγνώρισή του. Με τον τρόπο αυτό η πίστη, που ξεκινά από την
αναγνώριση των αισθητών και ιστορικών στοιχείων της αποκαλύψεως του Θεού,
οδηγεί στην πνευματική εμπειρία της παρουσίας του.
Στη σχέση του
ανθρώπου με τον Θεό χρειάζεται πίστη. Αυτή δεν καταργεί τη γνώση ούτε έρχεται
σε αντίθεση με αυτήν. Αντίθετα μάλιστα δημιουργεί ένα είδος γνώσεως, που
διατηρεί τον άνθρωπο πάντοτε ανοιχτό απέναντι σε αυτό που γνωρίζει, χωρίς να το
αντικειμενοποιεί να το περιορίζει.
Η Κυριακή της
ορθοδοξίας είναι συνδεδεμένη και με την προσκύνηση των ιερών εικόνων,
Διατρανώνουμε την προσήλωσή μας στην Ορθοδοξία, προσκυνώντας ευλαβικά την
άχραντη εικόνα του Κυρίου και τις μορφές τις Θεοτόκου και των αγίων.
Η εικόνα είναι
αυτό που συλλαμβάνουν τα μάτια. Εκτός όμως από την σωματική όραση υπάρχει και η
πνευματική ενόραση. Πέρα δηλαδή από αυτό που βλέπουμε υπάρχουν και εκείνα που
δεν βλέπουμε. Πρόκειται για μια άλλη αίσθηση που κατορθώνεται δια της πίστεως.
Με την προσκύνηση των ιερών εικόνων δεχόμαστε όχι μόνο το κτιστό αλλά και το
άκτιστο. Όχι μόνο το περιγραπτό αλλά και το απερίγραπτο, όπως αναφέρει το
Συνοδικό της Ορθοδοξίας.
Στις ιερές
εικόνες υπάρχει κάτι ανάλογο προς τα συναξάρια. Η βυζαντινή αγιογραφία δεν
παριστάνει, αλλά απλά εκφράζει τα θέματά της, όπως και τα συναξάρια δεν
εξιστορούν απλά τα γεγονότα της ζωής των αγίων, αλλά εκφράζουν και τα
ερμηνεύουν. Δεν αποσκοπούν να περιγράψουν την ιστορική συμβατικότητα, αλλά να
προσεγγίσουν την αλήθεια που κρύβεται πίσω από αυτήν.
Στις βυζαντινές
εικόνες τα πρόσωπα των αγίων παρουσιάζονται μεταμορφωμένα και σχηματοποιημένα.
Εντάσσονται στο πλαίσιο κάποιου γενικότερου τύπου, που δεν εκφράζει το φυσικό
πρόσωπο του αγίου αλλά τη θεωμένη υπόσταση του. Το ίδιο συμβαίνει και στα
συναξάρια, όπου προβάλλεται σχηματικά ο άγιος ως σύμβολο του καινού εν Χριστώ
ανθρώπου. Αυτό επιδιώκεται με τον τονισμό του παραδόξου και την έξαρση του
θαυμαστού στοιχείου της ζωής του. Όπως λοιπόν οι εικόνες, έτσι και οι βίοι των
αγίων αποσκοπούν στο να υπερβούμε την προσκαιρότητα και τη ματαιότητα της αμεσότητας. Και ενώ οι εικόνες
φιλοτεχνούνται με χρώματα και σχήματα, οι βίοι των αγίων διατυπώνονται με
λέξεις και γράμματα. Οι εικόνες διδάσκουν οπτικά, ενώ τα συναξάρια με τον λόγο.
Προσκυνώντας τις
ιερές εικόνες, ας προσπαθήσουμε να
εμβαθύνουμε στο μυστήριο της πίστεως. Να μην μείνουμε στα ορατά και εξωτερικά
στοιχεία. Ας ζητήσουμε από την Θεοτόκο και τους αγίους να μας κρατούν εδραιωμένους στην ορθόδοξη πίστη. Ας
παρακαλέσουμε να φωτίζεται ο νους μας από την παρουσία του Αγίου Πνεύματος και
να καθαρίζεται η καρδιά μας από την αγιαστική χάρη του. Τον μεν Χριστό «ως Θεόν
και δεσπότην προσκυνούντες κα σέβοντες», την δε Θεοτόκο και τους αγίους «ως
αυτού γνησίους θεράποντας τιμώντες».
γ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου